Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2010




Το τελευταίο αντίο, μου τό' πες απ΄το τραίνο
πριν πας στην παγωμένη τη χώρα του χιονιά
εκεί που αναστενάζουν κι όσοι αγαπούν σου μοιάζουν
γιατί με τους αγγέλους είσαστε μια γενιά.

Το τελευταίο αντίο το βρήκαμε γραμμένο
στους Βίους των Αγίων, που ήταν αμαρτωλοί,
που πείνασαν γι' αγάπη, που δίψασαν γι' αγάπη
και περπατήσαν μόνοι ολόκληρη ζωή.

Στίχοι του Μάνου Ελευθερίου τραγουδισμένοι από τον Γιώργο Νταλάρα σε μουσική του Διονύση Τσακνή.






ΕΣΥ : Έτσι όπως κάνεις έτσι όπως πας, το δρόμο χάνεις και παραπατάς. Mη μου ζορίζεσαι, πάει βαθιά η ρίζα του Ιεσσαί...

ΕΓΩ: Το ευχαριστώ που σου χρωστώ είναι βαθύ, βαθύτερο απ' τον έρωτα. Kι όμως αυτό το ευχαριστώ δεν έχω βρει τα λόγια να σ' το πω.

ΕΣΥ: Να μην τρομάζεις, μη σταματάς, μπρος να κοιτάζεις και να μ' αγαπάς. Μην απελπίζεσαι, είναι βαθιά η ρίζα του Ιεσσαί... Να μην τρομάζεις, να μ' αγαπάς, μπρος να κοιτάζεις, να μην απελπίζεσαι, κι όταν δειλιάζεις και δε τολμάς, να μ' αγκαλιάζεις και να προχωράς.

ΕΓΩ: Το ευχαριστώ που σου χρωστώ είναι βαθύ, βαθύτερο απ' τον έρωτα. Tο σ' αγαπώ αυτό... Ακόμα ψάχνω τρόπο να σ' το πω. Το ευχαριστώ που σου χρωστώ είναι βαθύ, βαθύτερο απ' τον έρωτα. Κι όμως αυτό το ευχαριστώ δεν έχω βρει τον τρόπο να σ' το πω.

Στίχοι του Άρη Δαβαράκη, τραγουδισμένοι από την Έλλη Πασπαλά
σε μουσική του Νίκου Αντύπα


















Κυριακή 25 Απριλίου 2010

ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΝΑΓΗ ΛΕΚΑΤΣΑ -20ός αιώνας


Μανία

     Η φυσική ζωή του πρωτόγονου, η ακέραιη βίωση των αρχών της κοινωνικής του ζωής κι ο ισοκρατικός χαρακτήρας της φυλετικής κοινωνίας [1] θα σιγουρεύαν τους όρους της ψυχικής και διανοητικής του υγείας, αν δεν τα αντιμάχουνταν η αδυναμία του να ξεχωρίζει το πραγματικό από το φανταστικό και η δύναμη της αυθυποβολής του. Ο ταυτισμός του φανταστικού με το πραγματικό, ο κύριος αυτός όρος και της μαγικής του τεχνικής, κρατεί σ'αέναο παροξυσμό τη φαντασία του· η ενάργεια της φαντασίας του, συνδυασμένη με τις εξωλογικές τροπές του στοχασμού, κάνει την αυθυποβολή του τρομαχτική· κ'η συνείδηση, τέλος του Εγώ ή λείπει ολότελα στ'αρχαιότερα στάδια ή μόλις και θαμποχαράζει. Ανάμεσα σε μια νόηση αέναα ξεκλειδωμένη από τη φαντασίωση και σε μια ψυχικότητα αέναα αναστατωμένη από την αυθυποβολή, η μετάσταση από τη συνείδηση στην παράκρουση κι αυτόματη και πολυσύχναστη είναι. Ο άνθρωπος έτσι των χαμηλότερων σταδίων, αγκαλά [2] κ΄έξω από τη σύγκρουση του φυσικού και κοινωνικού νόμου, συχνά παρουσιάζει υστερικούς και παρανοϊκούς παροξυσμούς, ατομικούς ή ομαδικούς, από τις μαλακές ίσαμε τις δεινότερες μορφές τους. Οι ανωμαλίες αυτές αποδίνουνται, γενικά, ή στην παράβαση κάποιου ταμπού, που αδειάζει κάποιο μυστικό δυναμισμό, ή στην ενέργεια πνευμάτων ή θεών που κρούνε [3] μ΄επιρροές ή κυριεύουν και διακατέχουν. Ορισμένες περιστάσεις είναι εξαιρετικά πρόσφορες για τις ανωμαλίες αυτές, που οι Έλληνες τις περιλαβαίνουν στον γενικό όρο μανία.  
Από τον Διόνυσο του Παναγή Λεκατσά,
εκδ. Εταιρείας Σπουδών Σχολής Μωραϊτη,
Αθήνα 1985, σ. 37

[1] ισοκρατική η κοινωνία, της οποίας όλα τα μέλη κατέχουν ίσο μερίδιο στην εξουσία· φαίνεται να αντικαθιστά τον κοινό-τερο όρο δημοκρατικός, γιατί, αναφερόμενος σε πρωτόγονες κοινωνίες, θα αποτελούσε αναχρονισμό, καθώς η δημοκρατία προϋποθέτει την ταξική διαφοροποίηση και την επιβολή της εξουσίας του δήμου, των πολλών, επί των ολίγων, διαφορο-ποίηση που εύλογα εικάζεται πως δεν υπήρχε στις πρωτόγο-νες κοινωνίες. 
[2] αγκαλά = αν και, μολονότι. 
[3] που κρούνε = που πλήττουν, από το κρούω

O Παναγής Λεκατσάς (1911-1970), γόνος φτωχής και πολυμελούς οικογένειας, έδειξε από μικρός έφεση για τα Γράμματα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Aρχαιοελληνική και Pωμαϊκή Iστορία. Σπούδασε ωστόσο Nομικά, παρόλο που η επιστήμη αυτή ποτέ δεν τον συγκίνησε. Ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια άρχισε να μελετά την αρχαιοελληνική γραμματολογία και το 1933 δημοσίευσε το πρώτο του έργο: Συμβολή στη διαλεκτική ιστορία της φιλοσοφίας. Aπό τότε, και μέχρι το θάνατό του, δεν έπαψε να συγγράφει, ανοίγοντας νέους δρόμους όχι μόνο για τις φιλολογικές επιστήμες, αλλά κυρίως για τις αδιαμόρφωτες ακόμα τότε στην Eλλάδα επιστήμες της Eθνολογίας και της Θρησκειολογίας. Παράλληλα, αναδείχτηκε σε έναν από τους πλέον επιφανείς διανοούμενους της ελληνικής Aριστεράς, συγκεντρώνοντας πάντως, συχνά, τα κριτικά πυρά διακεκριμένων ομοϊδεατών του (όπως του Δ. Γληνού, του I. Kορδάτου και του T. Bουρνά). Έργα του Παναγή Λεκατσά είναι, μεταξύ άλλων, τα παρακάτω (τα περισσότερα κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Καστανιώτη, από την ιστοσελίδα των οποίων προέρχεται το ανωτέρω βιογραφικό σημείωμα): Η καταγωγή των Θεσμών, των Εθίμων και των Δοξασιών (1951), Η Ψυχή (1958), Έρως (1963), Η Μητριαρχία (1970), Ο Διόνυσος (1971), Η Πολιτεία του Ήλιου (1977), Το Κάλεσμα της Θεονύφης (1980), Το Θείον Βρέφος (1996). Ο Παναγής Λεκατσάς τελείωσε τον Διόνυσό του στα τέλη Αυγούστου του 1970 και λίγες ημέρες μετά, στις 6 Σεπτεμβρίου, πέθανε σχεδιάζοντας την εκδοτική μορφή του βιβλίου και δίνοντας γραπτές οδηγίες για το τύπωμά του. 

Δευτέρα 12 Απριλίου 2010

ΠΕΡΙ ΘΕΟΥ

Πώς να μιλήσει κανείς σήμερα για τον θεό;

ΑΠΟΛΛΩΝ ΤΗΣ ΚΛΑΡΟΥ
Το μαντείο του Κλαρίου Απόλλωνος <κοντά στην Κολοφώνα της Μικράς Ασίας> είναι το μόνο που <κατά τους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους> δεχόταν αποστολές από απομακρυσμένες πόλεις, από τη Συρία ως τη Μοισία [1], και οι χρησμοί του είχαν απήχηση σε ακόμη ευρύτερο κύκλο, που κάλυπτε τις δυτικές κτήσεις της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η επιτυχία του υπήρξε αποτέλεσμα του γεγονότος ότι εξειδικεύθηκε να δίνη οδηγίες για τον τρόπο προσφοράς θυσιών και για την αφιέρωση αγαλμάτων σε θεούς και να απαντά σε ερωτήσεις θεολογικού περιεχομένου. […] Επίσης, μνημονεύεται χρησμός του ίδιου μαντείου:

ΦΡΑΖΕΟ ΤΟΝ ΠΑΝΤΩΝ ΥΠΑΤΟΝ ΘΕΟΝ ΕΜΜΕΝ ΙΑΩ,
ΧΕΙΜΑΤΙ ΜΕΝ ΑΪΔΗΝ, ΔΙΑ Δ' ΕΙΑΡΟΣ ΑΡΧΟΜΕΝΟΙΟ,
ΗΕΛΙΟΝ ΔΕ ΘΕΡΕΥΣ, ΜΕΤΟΠΩΡΟΥ Δ' ΑΒΡΟΝ ΙΑΩ.

Μάθε ότι ανώτερος απ΄όλους τους θεούς είναι ο Ιαώ,
Άδης τον χειμώνα, Ζευς στην αρχή της ανοίξεως,
Ήλιος το καλοκαίρι, αβρός Ιαώ το φθινόπωρο.

Ιαώ είναι ο Ιεχωβά, ο θεός των Ιουδαίων· φαίνεται λοιπόν ότι ο χρησμός αυτός ζητήθηκε από μια ή περισσότερες ιουδαϊκές κοινότητες της Μικράς Ασίας. […] Πολύ σημαντικός από θεολογική άποψη είναι και ένας άλλος χρησμός του μαντείου της Κλάρου, που δόθηκε ως απάντηση στο ερώτημα ποιος είναι ο θεός και πώς μπορεί να ορισθή:

ΑΥΤΟΦΥΗΣ, ΑΔΙΔΑΚΤΟΣ, ΑΜΗΤΩΡ, ΑΣΤΥΦΕΛΙΚΤΟΣ,
ΟΥΝΟΜΑ ΜΗΔΕ ΛΟΓΩι ΧΩΡΟΥΜΕΝΟΣ, ΕΝ ΠΥΡΙ ΝΑΙΩΝ
ΤΟΥΤΟ ΘΕΟΣ· ΜΙΚΡΑ ΔΕ ΜΕΡΙΣ ΑΓΓΕΛΟΙ ΗΜΕΙΣ.

Αυτός ο χρησμός, συνταγμένος με όρους και διατυπώσεις νεοπλατωνικής και ερμητικής προελεύσεως, λέει ότι ο θεός είναι αυτοδημιούργητος, αγέννητος, αδίδακτος, άφθαρτος, ανώνυμος, κατοικεί στο πυρ, και ότι οι ελληνικοί θεοί, ακόμη και ο Απόλλων, ο κύριος του μαντείου, είναι τμήματα του θεού και απεσταλμένοι του στη γη.

Από την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 
της Εκδοτικής Αθηνών,
Αθήνα 1976, τ. ΣΤ', σ. 495

[1] Μοισία είναι το όνομα της ρωμαϊκής επαρχίας που περιελάμβανε τις χώρες νοτίως του Ίστρου/Δούναβη, από τη συμβολἠ του με τον Δρίνο μέχρι τις εκβολές του στον Εύξεινο Πόντο, έως τα όρη Αίμος και Σκάρδος (περίπου η σημερινή Βόρεια Βουλγαρία με μέρος της Σερβίας και της Βόρειας  Μακεδονίας).

ΑΡΝΟΛΝΤ ΤΟΫΝΜΠΗ
[…] Ο χριστιανισμός κληρονόμησε από τον ιουδαϊσμό την πίστη σε ένα μοναδικό υπερβατικό θεό, που έχει δημιουργήσει το σύμπαν, μαζί και τον άνθρωπο, και που έχει παραχωρήσει στον άνθρωπο το δικαίωμα να εκμεταλλεύεται ολόκληρο τον μη ανθρώπινο χώρο της φύσεως. Η υποτιθέμενη εντολή του θεού στον άνθρωπο είναι γραμμένη στον εικοστό όγδοο στίχο του πρώτου κεφαλαίου της Γενέσεως: ΑΥΞΑΝΕΣΘΕ ΚΑΙ ΠΛΗΘΥΝΕΣΘΕ ΚΑΙ ΚΑΤΑΚΥΡΙΕΥΣΑΤΕ ΤΗΝ ΓΗΝ. Ο Γιαχβέ εκδίωξε όλους τους άλλους θεούς και προέτρεψε τον άνθρωπο να ιδιοποιηθεί τις εκκενωθείσες επικράτειες αυτών των θεών. […]
Η εντολή του Γιαχβέ στον άνθρωπο ήταν ακίνδυνη όσο ο άνθρωπος βρισκόταν αβοήθητος στο έλεος της μη ανθρώπινης φύσεως. Ωστόσο, από την αρχή της πρώιμης παλαιολιθικής εποχής, ίσως εβδομήντα με σαράντα χιλιάδες χρόνια πριν, η ισορροπία δυνάμεων άλλαζε υπέρ του ανθρώπου. Άλλαζε με επιταχυνόμενο ρυθμό και, από την αρχή της βιομηχανικής επανάστασης, πριν διακόσια περίπου χρόνια, η επιτάχυνση έχει γίνει πολύ μεγαλύτερη. Το 1974 η ισορροπία έχει τελείως ανατραπεί, και ο άνθρωπος μόλις τώρα αφυπνίζεται και αντιλαμβάνεται την ειρωνική και ανησυχητική αλήθεια, ότι η νίκη του επάνω στη μη ανθρώπινη φύση τον απειλεί με αυτοκαταστροφή. Ο θρίαμβος της ανθρώπινης τεχνολογίας έχει μειώσει τον ρυθμό της ανθρώπινης θνησιμότητας αλλά αυξάνει τον ρυθμό θνησιμότητας για τις περισσότερες άλλες μορφές ζωής· κατανάλωσε αναντικατάστατους φυσικούς πόρους· και έχει μολύνει την πενιχρή βιόσφαιρα. Αυτός ο αυτοκαταστροφικός θρίαμβος της τεχνολογίας ήταν ο καρπός του ιουδαϊκού μονοθεϊσμού· γιατί η θρησκεία αυτή εξόρισε το θείον από την φύση και άφησε έκθετη την μη ανθρώπινη φύση στην άπληστη εκμετάλλευση του ανθρώπου, για τον αφανισμό του ίδιου του ανθρώπου, με την άδεια ενός υποθετικού, μοναδικού, υπερβατικού, παντοδύναμου θεού.
Το αντίδοτο στο μονοθεϊσμό είναι ένας πολυθεϊσμός που θα αναγνωρίζει ότι η μη ανθρώπινη φύση είναι θεία και ότι, συνεπώς, έχει θεία δικαιώματα, τα οποία ο άνθρωπος παραβιάζει με κίνδυνο για τον ίδιο. Η λατρεία των θεϊκών δυνάμεων που εγκατοικούν στη μη ανθρώπινη φύση είναι η παλαιότερη μορφή ανθρώπινης θρησκείας από την οποία έχει επιζήσει κάποια μαρτυρία. Η θρησκεία αυτή είχε σχέση με τις πραγματικότητες της <ανθρώπινης> ζωής κατά την ύστερη παλαιολιθική εποχή· ξαναπέκτησε σχέση με τις πραγματικότητς της <ανθρώπινης> ζωής το μεταχριστιανικό 1974. Καθώς η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ ανθρώπου και μη ανθρώπινης φύσης μεταβάλλεται, οι θεοί, που αρχικά παρίσταναν απόκοσμες φυσικές δυνάμεις, εκπορνεύτηκαν για να δηλώσουν μη ηθικούς οργανισμούς της συλλογικής ανθρώπινης δύναμης, όπως αυτοί παρουσιάζονται στις μορφές των κρατών, προτού αυτοί οι θεοί εκδιωχθούν στο limbo από τον Γιαχβέ του χριστιανισμού και του DaralIslam, της Επικράτειας της Ορθής ―ισλαμικής― Πίστης.
Ο Πλήθων είχε το θάρρος να ξαναθυμίσει αυτούς τους εξορισμένους θεούς. Επιπλέον, στην επιδέξια πραγμάτευσή του της αρχαιοελληνικής μυθολογίας, την οποία αυτός λάτρευε, είχε την διόραση να εξαγνίσει τους θεούς από την δυσοίωνή τους «πολιτικοποίηση» και να τους παρουσιάσει στον αρχικό αυθεντικό τους ρόλο, ως συμβόλων του θείου που εγκρύπτεται στη μη ανθρώπινη φύση. Στην πραγματικότητα, ο Πλήθων καθαγίασε ξανά τη μη ανθρώπινη φύση και, επομένως, επέβαλε ξανά στην ανθρώπινη απληστία το αρχέγονο χαλινάρι του δέους. Στα μέσα του δέκατου πέμπτου μεταχριστιανικού αιώνα, αυτό το χαλινάρι ήταν ακόμη περιττό. Στα τέλη του εικοστού αιώνα, η εκπληκτική πρόοδος της ανθρώπινης τεχνολογίας έχει καταστήσει εν τω μεταξύ το ξαναζωντάνεμα αυτού του αρχέγονου χαλιναριού την τελευταία σανίδα σωτηρίας για μια γενιά ανθρώπων που απειλούνται τώρα με το ναυάγιο, όχι πια ενός ιδιαίτερου τοπικού πολιτισμού, αλλά της ίδιας της ανθρώπινης ζωής. Το 1974 η «σαπρά ανοησία των Ελλήνων» ―δηλαδή η αρχική θρησκεία όλης της ανθρωπότητας― έχει γίνει για τους ανθρώπους που ζουν σήμερα, μια σοβαρή εναλλακτική λύση στο πρόβλημα της επερχόμενης καθολικής γενοκτονίας. Στη Φλωρεντία το 1439 ο Πλήθων προέβλεπε ότι σε «λίγα χρόνια» ούτε ο χριστιανισμός ούτε το Ισλάμ αλλά η δική του εκδοχή για την προχριστιανική θρησκεία θα ήταν η καθολική θρησκεία της ανθρωπότητας. Η λέξη «λίγα» είναι μια σχετική λέξη. Στη χρονική κλίμακα της ανθρώπινης ιστορίας, ένα χρονικό διάστημα πεντακοσίων τριάντα πέντε ετών είναι τόσο σύντομο όσο το ανοιγοκλείσιμο του ματιού. Το 1974 η πρόβλεψη του Πλήθωνος δεν ηχεί πια τόσο παράλογη όσο θα πρέπει να ηχούσε το 1439 στα αυτιά του Γεωργίου του Τραπεζουντίου.
Μήπως τότε στην εποχή μας θα πρέπει να κατεβάσουμε τον ισχυρό Γιαχβέ από τον θρόνο του και να ξαναλατρέψουμε έναν θίασον αρχαιοτέρων θεοτήτων; Τον μεγάλο Πάνα (έναν παλαιότερο Κύριον), και ίσως τον Πρίαπο και τον Διόνυσο―Σαβάζιο επίσης, καθώς και τις λιγότερο σκανδαλιστικές συντρόφους τους Δήμητρα και Αθηνά; Μήπως θα πρέπει να παλινορθωθεί η δίχηλος οπλή και ο φαλλός του Σαβάζιου; Η αναγέννηση της προχριστιανικής και προμουσουλμανικής φυσικής θρησκείας, που επεχείρησε ο Πλήθων, μπορεί να αποδειχθεί τόσο συγκλονιστική για τους ορθολογιστές του εικοστού αιώνα στην Δύση, όσο ήταν για τον οικουμενικό πατριάρχη Γεννάδιο τον δέκατο πέμπτο αιώνα.
Ωστόσο, η λατρεία της φύσεως δεν έχει ποτέ εκριζωθεί στην Ινδία ή στην ανατολική Ασία. Και οι δύο αυτές ανατολικές περιοχές, μαζί, αποτελούν τον τόπο κατοικίας του μισού, πάνω κάτω, πληθυσμού της ανθρωπότητας. Η δύναμη ενός θεού αποδεικνύεται από την ικανότητά του να εκδικείται τα ανθρώπινα όντα που την αμφισβητούν. Αυτό είναι το μέσο με το οποίο ο Διόνυσος έκανε τον Πενθέα να γνωρίσει ποιος ήταν και τι ήταν. Στις ημέρες μας η Μητέρα Γη άρχισε να αποδεικνύει στον σύγχρονο άνθρωπο ότι δεν μπορεί να παραβιάζει το βασίλειό της, την βιόσφαιρα, ατιμωρητί. Ο Γιαχβέ μπορεί να έδωσε την άδεια στον άνθρωπο να καθυποτάξει τη Μεγάλη Μητέρα· αλλά η εντολή του Γιαχβέ δεν δικαιολογεί, στα μάτια αυτής της θεάς, τις βέβηλες ελευθερίες που ο εντολοδόχος του Γιαχβέ, ο Αδάμ, πήρε μόνος του απέναντί της. Ανάμεσα στους θεούς, όπως και ανάμεσα στα ανθρώπινα κράτη, η ισχύς είναι η ultima ratio, το έσχατο επιχείρημα. Στη σημερινή σύγκρουση μεταξύ των χθονίων θεών και του κεραυνούχου από το Σινά, νοιώθουν οι πρώην χριστιανοί ορθολογιστές την σιγουριά ότι ο Γιαχβέ θα επικρατήσει; Αν εμείς αμφιβάλλουμε, θα είναι απερισκεψία να αψηφήσουμε ως «σαπρά ανοησία των Ελλήνων» μια θρησκεία που ήταν ήδη πάρα πολύ παλιά την εποχή που ο ιουδαϊσμός, ο χριστιανισμός και το ισλάμ ακούστηκαν για πρώτη φορά.      

Από το Οι Έλληνες και οι κληρονομιές τους 
του Άρνολντ Τόυνμπη, μετάφραση Νίκου Γιανναδάκη,
εκδ. Ινστιτούτο του Βιβλίου―Μ.Καρδαμίτσα, Αθήνα 1992
(οι τελευταίες παράγραφοι του βιβλίου)   


ΜΑΡΡΕΫ ΜΠΟΥΚΤΣΙΝ
   Δεν είναι λογικό να αναρωτηθούμε γιατί ο φυσικός κόσμος χρειάζεται να εποικιστεί με γήινους θεούς και θεές, όταν η φυσική εξέλιξη διαθέτει μια θαυμάσια δική της δύναμη που δημιουργεί μια τόσο πλούσια και θαυμαστή ποικιλία έμβιων όντων; Δεν αρκεί αυτό από μόνο του για να γεμίσει τον ανθρώπινο νου με θαυμασμό και σέβας; Η εισαγωγή στον φυσικό κόσμο θεοποιημένων μορφών που έχουν δημιουργηθεί από την ανθρώπινη φαντασία, εν ονόματι της οικολογικής «πνευματικότητας», δεν είναι άραγε η πιο χοντροκομμένη μορφή «ανθρωποκεντρισμού» (για να χρησιμοποιήσουμε μια λέξη για την προβολή του ανθρώπινου στο φυσικό που προκαλεί τόσο αποτροπιασμό στα οικολογικά κινήματα); 




   Η λατρεία ή η απόδοση τιμών σε οποιοδήποτε ον, είτε φυσικό είτε υπερφυσικό, θα αποτελεί πάντα μια μορφή αυτοϋποταγής και δουλείας, που τελικά καταλήγει στην κοινωνική κυριαρχία, ανεξάρτητα από το αν αυτό γίνεται στο όνομα της φύσης, της κοινωνίας, του γένους ή της θρησκείας. Πολλοί είναι οι πολιτισμοί που κατακλύστηκαν από «θεότητες της φύσης», οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν κατά κυνικό τρόπο από τις ηγετικές ελίτ για στηρίξουν τις πλέον αυστηρές, καταπιεστικές και απάνθρωπες κοινωνικές ιεραρχίες. Τη στιγμή που τα ανθρώπινα όντα θα γονατίζουν μπροστά σε οτιδήποτε «ανώτερο» από αυτά, η ιεραρχία θα καταγράφει τον πρώτο θρίαμβό της επί της ελευθερίας και οι άνθρωποι θα είναι έτοιμοι να σηκώσουν όλα τα βάρη που μπορεί να τους επιβάλει η κοινωνική κυριαρχία. 


Από το Ξαναφτιάχνοντας την Κοινωνία 
του Μάρρεϋ Μπούκτσιν, μετάφραση Τάσου Κυπριανίδη, 
εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1993
(απόσπασμα από τον πρόλογο του βιβλίου,
η πρώτη έκδοση του οποίου έγινε στις Η.Π.Α. το 1989
από τον εκδοτικό οίκο Black Rose Books 
του Δημήτρη Ρουσσόπουλου).

ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΝΤΩΚΙΝΣ 
   Μία από τις μανιωδώς μνημονευόμενες παρατηρήσεις του Αϊνστάιν είναι η εξής: «Η επιστήμη χωρίς τη θρησκεία είναι χωλή, ενώ η θρησκεία χωρίς την επιστήμη είναι τυφλή». Ο Αϊνστάιν όμως είπε επίσης: «Φυσικά τα όσα διαβάσατε για τις θρησκευτικές μου πεποιθήσεις ήταν ψέματα, ψέματα που επαναλαμβάνονται συστηματικά. Δεν πιστεύω σε κανέναν προσωπικό θεό και ποτέ δεν το αρνήθηκα -αντιθέτως, το έχω μάλιστα εκφράσει σαφέστατα. Αν υπάρχει κάτι μέσα μου που να μπορεί να ονομαστεί θρησκευτικό, αυτό είναι ο απεριόριστος θαυμασμός μου για τη δομή του κόσμου, όπως μας την αποκαλύπτει η επιστήμη.» 
   Μήπως φαίνεται ότι ο Αϊνστάιν έπεφτε σε αντιφάσεις; Ότι από τα λόγια του θα μπορούσαν να τσιμπολογηθούν ρήσεις για να υποστηριχθούν και οι δύο πλευρές της αντιπαράθεσης; Όχι. Με τη λέξη «θρησκεία» ο Αϊνστάιν εννοούσε κάτι εντελώς διαφορετικό από εκείνο που κατά σύμβαση εννοείται. Καθώς λοιπόν θα προχωρώ στην αποσαφήνιση της διάκρισης μεταξύ υπερφυσικής θρησκείας από τη μία πλευρά και αϊνσταϊνείου θρησκείας από την άλλη, ας έχετε υπόψη σας ότι θεωρώ μόνο τους υπερφυσικούς θεούς αυταπάτες. 
   Στη συνέχεια παραθέτω μερικές ρήσεις του Αϊνστάιν, για να πάρετε μια γεύση της αντίληψής του περί θρησκείας. 
   «Είμαι ένας βαθιά θρησκευόμενος άπιστος. Πρόκειται για ένα κάπως νέο είδος θρησκείας.»
   «Ποτέ δεν έχω αποδώσει στη Φύση κάποιο σκοπό ή επιδίωξη, ή οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να εκληφθεί ως ανθρωπομορφικό. Στη Φύση βλέπω μια μεγαλειώδη δομή την οποία μπορούμε να κατανοήσουμε μόνο πολύ ατελώς, και τούτο θα έπρεπε να γεμίζει οποιονδήποτε σκεπτόμενο άνθρωπο με ένα συναίσθημα ταπεινότητας. Αυτό είναι ένα γνήσια θρησκευτικό συναίσθημα και δεν έχει καμία σχέση με τον μυστικισμό.»
   «Η ιδέα ενός προσωπικού θεού μού είναι εντελώς ξένη -και μου φαίνεται έως και αφελής.»
[...] 
   Μόνο σε ένα πράγμα είχαν δίκιο όλοι οι θεϊστές επικριτές του Αϊνστάιν: ότι δεν ήταν δικός τους. Είχε επανειλημμένα εκφράσει την αγανάκτησή του όταν τον παρουσίαζαν ως θεϊστή. Τελικά, ήταν άραγε ντεϊστής, όπως ο Βολταίρος και ο Ντιντερό; Ή μήπως πανθεϊστής, όπως ο Σπινόζα, του οποίου θαύμαζε τη φιλοσοφία; «Πιστεύω στον θεό του Σπινόζα, ο οποίος αποκαλύπτεται στην τάξη και την αρμονία όσων υπάρχουν, και όχι σε ένα θεό ασχολούμενο με το πεπρωμένο και τις πράξεις των ανθρώπων» είχε δηλώσει κάποτε. 
   Ας θυμηθούμε την ορολογία. 
   Ένας θεϊστής πιστεύει στην ύπαρξη μιας υπερφυσικής διάνοιας, η οποία, εκτός από το κύριο έργο της, τη δημιουργία του σύμπαντος, εξακολουθεί να «κυκλοφορεί ανάμεσά μας», για να επιβλέπει και να επηρεάζει το πεπρωμένο της αρχικής της δημιουργίας. Σε πολλά θεϊστικά συστήματα πίστης, η θεότητα έχει ενεργή ανάμειξη στις ανθρώπινες υποθέσεις. Ο θεός αποκρίνεται σε προσευχές, συγχωρεί ή τιμωρεί αμαρτίες, παρεμβαίνει στον κόσμο κάνοντας θαύματα, χολοσκάει για τις καλές και τις κακές μας πράξεις, και ξέρει πότε τις κάνουμε (ή ακόμη και πότε σκεπτόμαστε να τις κάνουμε). 
   Ο ντεϊστής πιστεύει και εκείνος σε μια υπερφυσική διάνοια, της οποίας ωστόσο οι δραστηριότητες περιορίστηκαν πρωτίστως στον καθορισμό των νόμων που κυβερνούν το σύμπαν. Ο ντεϊστικός θεός δεν παρεμβαίνει πλέον -και πάντως δεν έχει κανένα ενδιαφέρον για τις ανθρώπινες υποθέσεις. 
   Οι πανθεϊστές δεν πιστεύουν καθόλου στην ύπαρξη οποιουδήποτε υπερφυσικού θεού αλλά χρησιμοποιούν τη λέξη «θεός» ως ένα μη υπερφυσικό συνώνυμο για τη φύση ή το σύμπαν ή για τους νόμους που διέπουν τη λειτουργία του. Οι ντεϊστές διαφέρουν από τους θεϊστές κατά το ότι ο θεός τους δεν απαντά σε προσευχές, δεν ενδιαφέρεται για αμαρτίες ή για εξομολογήσεις, δεν διαβάζει τις σκέψεις μας και δεν παρεμβαίνει με καπριτσιόζικα θαύματα. Οι ντεϊστές διαφέρουν από τους θεϊστές κατά το ότι ο θεός των ντεϊστών είναι ένα είδος κοσμικής διάνοιας και όχι το μεταφορικό ή το ποιητικό συνώνυμο των πανθεϊστών για τους νόμους του σύμπαντος. Ο πανθεϊσμός είναι φτιασιδωμένος αθεϊσμός. Ο ντεϊσμός είναι νερωμένος θεϊσμός. 
[...]
   Ο Αϊνστάιν χρησιμοποιούσε τη λέξη «θεός» με έναν καθαρά μεταφορικό, ποιητικό τρόπο
[...]
   Ο Καρλ Σαγκάν το διατύπωσε ωραία: «[...] αν με τη λέξη "θεός" εννοεί κανείς το σύνολο των φυσικών νόμων που διέπουν το σύμπαν, τότε, ολοφάνερα, υπάρχει τέτοιος θεός. Αυτός όμως ο θεός δεν ικανοποιεί συναισθηματικές ανάγκες [...] δεν έχει και πολύ νόημα να προσευχηθείς στον νόμο της βαρύτητας».  


Από το Η περί θεού αυταπάτη του Ρίτσαρντ Ντώκινς, 
συλλογική μετάφραση, εκδ. Κάτοπτρο, Αθήνα 2007, 
σσ. 36-37 και 39-40

ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΛΦΑΣ 
Η λέξη «θεός», σε φιλοσοφικά συμφραζόμενα, δεν χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό από τον Πλάτωνα αλλά ως επίθετο. Σημαίνει «άριστος», «τέλειος», «αθάνατος». Δεν υπάρχει κάποια διακριτή οντότητα στο πλατωνικό σύστημα που να σηματοδοτείται αποκλειστικά με τη λέξη «θεός». 
   «Θεός» μπορεί να είναι μια Ιδέα, μια ψυχή, ο νους, ο κόσμος, ένα αίτιο, ένα άστρο. Το θεϊκό στοιχείο στον άνθρωπο είναι αυτό που τον κάνει άριστο[1]. Δηλαδή η κυριαρχία του νου στην ψυχή. Άρα θείο μέρος της ψυχής είναι ο νους, θνητά μέρη είναι ο θυμός και η επιθυμία. 

Από το Πλάτωνος Τίμαιος
εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Βασίλη Κάλφα, 
εκδ. Πόλις, Αθήνα 1998, σ. 99


[1] Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε -χωρίς πλέον αναφορά στον Πλάτωνα: Θεϊκό στοιχείο στον κόσμο είναι ό,τι κάνει τον άνθρωπο ανθρωπινότερο, άριστα ανθρώπινο.  



Παρασκευή 9 Απριλίου 2010

ΠΕΡΙ ΜΥΘΩΝ


ΜΑΙΡΗ ΛΕΦΚΟΒΙΤΣ
ΘΝΗΤΟΙ ΚΑΙ ΑΘΑΝΑΤΟΙ

…οι μύθοι, όπως τους αφηγούνται οι αρχαίοι συγγραφείς, δεν προσφέρουν τόσο ελπίδα όσο τα μέσα για την κατανόηση του κόσμου. Μας δίνουν τη δυνατότητα να τοποθετήσουμε τους εαυτούς μας στον κόσμο ως παρατηρητές κσι να πάρουμε μια ιδέα γι' αυτό που εύλογα θα περιμέναμε να συμβεί στην πορεία της ζωής μας. Δεν μπορούμε να αποφύγουμε βάσανα και δυσκολίες, ο θάνατος είναι αναπόφευκτος και η αρετή δεν ανταμείβεται πάντοτε. Η δικαιοσύνη μπορεί να μην επικρατήσει αμέσως, παρότι η αδικία εντέλει θα τιμωρηθεί, ακόμα κι αν χρειαστεί να υποφέρουν αθώοι. Δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε μια καθολική λύτρωση, ούτε να περιμένουμε ότι τα θύματα της τραγικής δράσης θα αποζημιωθούν για τα όσα υπέφεραν.
Γιατί λοιπόν θα πρέπει οι θνητοί να λατρεύουν θεούς που τους παρέχουν τόσο λίγα ευεργετήματα;
 …  
Οι θνητοί διδάσκονται ακόμη από τους μύθους ότι δεν μπορούν να ελέγξουν όσα τους συμβαίνουν. Ορισμένα γεγονότα καθορίζονται από τη μοίρα. Ακόμα και ο Δίας, ο ύψιστος θεός, δεν μπορεί, όταν το θέλει, να σώσει το γιο του τον Σαρπηδόνα στο πεδίο της μάχης στην Τροία [1].
Ακόμα όμως και με τους περιορισμούς που τους επιβάλλει η μοίρα, οι θνητοί έχουν κάποιες επιλογές. Ο Έκτορας θα μπορούσε να παρατείνει τη ζωή του αν δεχόταν τη συμβουλή του Πολυδάμαντα και αποτραβιόταν πίσω από τα τείχη της Τροίας [2].
Οι μύθοι μας διδάσκουν ότι οι θνητοί πρέπει να παλέψουν για να εκτιμήσουν και να κατανοήσουν τη συμβουλή που οι θεοί επιλέγουν να τους δώσουν. Μετά την επιστροφή του στην Ιθάκη, ο Οδυσσέας συνειδητοποιεί ότι θα πρέπει να είναι πάντα σε εγρήγορση προκειμένου να αντιλαμβάνεται τα σημάδια που του στέλνουν ο Δίας και η Αθηνά, ώστε να κάνει όσα του υποδείξουν όταν εκείνοι θέλουν να κάνει κάτι γι' αυτούς [3].
Οι αρχαίοι συγγραφείς χρησιμοποιούν τους μύθους για να υπενθυμίσουν στους ανθρώπους τα αυστηρά όρια που επιβάλλει η θνητή τους φύση, καθώς και τους κινδύνους που υπάρχουν στον κόσμο όπου κατοικούν. Χρησιμοποιούν τους μύθους για να εξηγήσουν ότι η συνύπαρξη με τέτοιους θεούς απαιτεί υπομονή, αυτοσυγκράτηση και ανοχή. Το τελευταίο πράγμα που προσφέρουν οι θεοί των Ελλήνων και των Ρωμαίων είναι η άμεση ανταπόδοση ή το είδος εκείνο της ανταπόδοσης που θα έδινε στους ανθρώπους την αίσθηση ότι οι θεοί είναι ευχαριστημένοι μαζί τους. Οι αρχαίοι συγγραφείς μοιάζουν να λένε ότι η ζωή των ανθρώπων που απαρτίζουν το κοινό τους δεν μπορεί να είναι ευκολότερη από ό, τι των μεγάλων ηρώων, που ήταν παιδιά των ίδιων των θεών ή απόγονοί τους.  
   
Από το Θνητοί και Αθάνατοι της Μαίρης Λέφκοβιτς, 
μτφρ. Αλεξάνδρας Μελίστα, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2003
(αποσπάσματα του Επιλόγου σχολιασμένα από τον ιστολόγο)





[1] Για την ακρίβεια: θα μπορούσε αλλά δεν το κάνει σεβόμενος το νόμο της Μοίρας (που επιβάλλει τη θνητότητα των ανθρώπων) και τη βούληση των άλλων θεών, την οποία φροντίζει να του υπενθυμίσει η Ήρα (στο Π της Ιλιάδας, στ. 431-449). Ο Δίας μοιάζει να έχει με τη Μοίρα την ίδια σχέση που έχει ένας ευσυνείδητος συνταγματικός μονάρχης με ένα Σύνταγμα, το οποίο του δίνει βέβαια κάποια περιθώρια παρέμβασης, ο ίδιος όμως προτιμά να μην τα εκμεταλλευτεί για να μη διασαλευθεί η κοινοβουλευτική τάξη και η εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος.    
[2] Και, βεβαίως, θα πλήρωνε το αντίτιμο και αυτής της επιλογής του, ακριβώς όπως πλήρωσε το αντίτιμο της επιλογής του να αντιμετωπίσει, τελικά, τον ισχυρότερό του Αχιλλέα.  
[3] Οι μάντεις, οι οιωνοσκόποι, αργότερα οι ορφεοτελεστές και οι μητραγύρτες δεν κατάφεραν να πείσουν τους Έλληνες ότι ήταν σε θέση να ερμηνεύσουν με ασφάλεια τη βούληση των θεών ―και ίσως εδώ βρίσκεται ένας από τους λόγους για τους οποίους δεν αναπτύχθηκε η ισχύς του ιερατείου στην αρχαία Ελλάδα και δεν υπήρξαν ιερά και απαραβίαστα κείμενα του είδους των ινδικών Βεδών ή της εβραϊκής Βίβλου. Ακόμη και σε σχέση με τους ευρύτερα αποδεκτούς δελφικούς χρησμούς, η αμφισημία θεωρήθηκε ως φυσικό χαρακτηριστικό του Λοξία Απόλλωνα που τους ενέπνεε. Η θρησκεία δεν κατάφερε να πείσει τους Έλληνες ότι είχε έτοιμες απαντήσεις, άμεσα αναγνωρίσιμες και εφαρμόσιμες σχετικά με το τι πρέπει να κάνουν και τι να αποφεύγουν για να έχουν την εύνοια των θεών. Σε αντίθεση δε με τους νόμους του Μωυσή, οι νόμοι του Μίνωα νωρίς λησμονήθηκαν, αφού αντικατα-στάθηκαν από πλήθος άλλους. Συνέχισαν, λοιπόν, οι Έλληνες να προσπαθούν να ερμηνεύουν, όπως νόμιζε ο καθένας, τα σημεία των θεών, την ίδια την πραγματικότητα. Και αγωνιζόμενοι να ερμηνεύσουν τα σημεία επινόησαν την φιλοσοφία.      

Δευτέρα 5 Απριλίου 2010

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟ ΓΕΜΙΣΤΟ -15ος αιώνας μ.Χ.









ΕΣ ΘΕΟΥΣ ΤΟΥΣ ΛΟΓΙΟΥΣ ΕΥΧΗ

ΧΑΙΡΕΤΕ, Ω ΘΕΟΙ ΛΟΓΙΟΙ, ΟΙΤΙΝΕΣ ΤΕ ΚΑΙ ΟΣΟΙ ΕΣΤΕ, ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΑΣ ΤΕ ΚΑΙ ΔΟΞΑΣ ΑΛΗΘΕΙΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΥΕΤΕ, ΝΕΜΕΤΕ ΤΕ ΟΙΣΠΕΡ ΑΝ ΕΘΕΛΗΤΕ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΤΩΝ ΤΕ ΠΑΝΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΔΙΟΣ ΒΟΥΛΑΣ. ΟΥ ΓΑΡ ΤΟΙ ΑΝΕΥ ΥΜΩΝ ΟΙΟΙ Τ' ΑΝ ΗΜΕΙΣ ΕΙΗΜΕΝ ΕΡΓΟΝ ΑΝΥΣΑΙ ΤΗΛΙΚΟΥΤΟΝ. ΑΛΛ' ΥΜΕΙΣ ΗΜΙΝ ΤΩΝΔΕ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΗΓΗΣΑΣΘΕ ΤΕ, ΚΑΙ ΔΟΤΕ ΤΗΝΔΕ ΤΗΝ ΣΥΓΓΡΑΦΗΝ ΩΣ ΕΠΙΤΥΧΕΣΤΑΤΗΝ ΓΕΝΕΣΘΑΙ, ΚΤΗΜΑ ΑΕΙ ΠΡΟΚΕΙΣΟΜΕΝΗΝ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΤΟΙΣ ΕΘΕΛΟΥΣΙΝ ΑΝ ΚΑΙ ΙΔΙΑι ΚΑΙ ΚΟΙΝΗι ΤΟΝ ΑΥΤΩΝ ΒΙΟΝ ΩΣ ΚΑΛΛΙΣΤΑ ΤΕ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΑ ΚΑΘΙΣΤΑΜΕΝΟΙΣ ΖΗΝ.  

Χαίρετε, θεοί των λόγων προστάτες, όποιοι και όσοι είστε, εσείς που εποπτεύετε τις επιστήμες και τις εύστοχες εικασίες και τις μοιράζετε σε όσους εσείς θέλετε, σύμφωνα με τις αποφάσεις του μεγάλου πατέρα και βασιλέα των πάντων, του Δία. Διότι, αλήθεια, δίχως εσάς δεν θα μπορούσαμε να ολοκληρώσουμε ένα τόσο μεγάλο έργο. Εσείς, επομένως, γίνετε οδηγοί μας σε τούτους εδώ τους λόγους και δώστε τούτη 'δώ η συγγραφή όσο το δυνατό περισσότερο να επιτύχει το στόχο της, να βρίσκεται ενώπιον των ανθρώπων ως κτήμα αιώνιο για όσους θέλουν να ζουν και τον ιδιωτικό και το δημόσιο βίο τους διευθετώντας τον όσο το δυνατόν ομορφότερα και πιο ολοκληρωμένα.    
   

















ΥΜΝΟΣ «ΕΦΗΜΕΡΙΩΝ ΠΡΩΤΟΣ, 
ΗΜΕΡΑι ΑιΔΟΜΕΝΟΣ ΔΕΥΤΕΡΑι»

ΜΗ ΥΜΙΝ ΕΣΘΛΩΝ ΤΗΝ ΧΑΡΙΝ, Ω ΜΑΚΑΡΕΣ ΘΕΟΙ, ΕΙΔΩΣ
ΠΑΥΣΑΙΜΗΝ, ΤΑ ΤΕ ΜΟΙ ΔΙΑ ΥΜΕΩΝ ΣΥΜΠΑΝΤ' ΕΣΤΙΝ
ΗΔ΄ ΑΙΕΝ ΓΕΓΟΝΕΝ, ΤΩΝ ΔΩΤΗΣ ΔΗ ΥΠΑΤΟΣ ΖΕΥΣ

Είθε, μακάριοι θεοί, να μη παύσω ποτέ να σας ευγνωμονώ
για τα αγαθά, και για όλ' αυτά που χάρη σε σας τώρα κατέχω
και για όσα κατά καιρούς έχω λάβει, αγαθά των οποίων,
αλήθεια, χορηγός υπέρτατος είναι ο Δίας.

ΜΗ ΚΟΙΝΟΥ ΑΓΑΘΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ΟΛΙΓΩΡΗΣΑΙΜΙ
ΤΟΥ 'ΜΟΥ, ΟΤΟΥ ΤΙΣ ΜΟΙ ΔΥΝΑΜΙΣ· ΠΡΟΦΡΩΝ ΔΕ ΤΟ ΚΟΙΝΟΝ
ΔΡΩΝ ΕΥ, ΤΟΥΘ΄ΑΜΑ ΚΑΙ ΕΜΟΝ ΕΙΔΟΙΗΝ ΜΕΓ' ΟΝΕΙΑΡ.

Είθε να μη παραμελήσω το κοινό αγαθό του γένους μου,
όσο έχω δύναμη· και πρόθυμα την πολιτεία να ευεργετώ,
τούτο δε να θεωρώ και δικό μου μεγάλο όφελος.

ΜΗ ΚΑΚΟΥ, Ωι ΚΕΝ ΕΚΑΣΤΟΤΕ ΣΥΜΒΑΛΛΟΙ, ΓΙΓΝΟΙΜΗΝ
ΑΙΤΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΩΝ, ΑΓΑΘΟΙΟ ΔΕ, Ηι ΚΑΙ ΔΥΝΑΙΜΗΝ,
ΩΣ ΜΑΚΑΡ ΥΜΜΙΝ ΕΪΣΚΟΜΕΝΟΣ ΚΑΓΩ ΓΙΓΝΟΙΜΗΝ.

Είθε να μη γίνομαι αίτιος κακού για τους ανθρώπους,
από αυτά που κάθε τόσο συμβαίνει να ενσκήπτουν·
είθε να γίνομαι αίτιος αγαθού, όσο έχω δύναμη,  
και με σας ομοιούμενος, να μετέχω στη μακαριότητά σας. 




















ΥΜΝΟΣ «ΕΦΗΜΕΡΙΩΝ ΤΡΙΤΟΣ, 
ΗΜΕΡΑι ΑιΔΟΜΕΝΟΣ ΤΡΙΤΗι»

ΜΗ ΜΟΙ ΑΚΟΣΜΙΗ, Ω ΘΕΟΙ, ΕΙΗ ΤΕΡΠΝΩΝ ΗΔΕΩΝ
ΑΛΛ' ΑΥΤΩΝ ΟΡΟΝ ΑΙΝΟΙΗΝ, ΕΣ Ο ΜΗ ΚΑΚΙΗ ΤΙΣ
ΨΥΧΗι Η ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΙ ΠΡΟΣΓΙΓΝΟΙΤΟ ΑΠ' ΑΥΤΩΝ

Είθε, θεοί, να μην είμαι ασυγκράτητος στις γλυκές απολαύσεις,
αλλά όριο να δέχομαι σ' αυτές, εντός του οποίου καμμία βλάβη
στην ψυχή ή στο σώμα να μην επέρχεται εξ αιτίας τους.
  
ΜΗ ΑΠΛΗΣΤΩΣ ΑΜΦΙ ΧΡΗΜΑΤ' ΕΧΟΙΜΙ· ΜΕΤΡΟΝ ΔΕ
ΠΟΙΟΙΜΗΝ ΚΑΙ ΤΟΥΤΕΩΝ, ΣΩΜΑΤΟΣ Η ΤΕ ΚΕ ΧΡΕΙΩ
ΚΟΣΜΙΗ ΕΙΗ, ΩΣ ΑΥΤΑΡΚΙΗι ΑΓΑΛΛΟΙΜΗΝ

Είθε να μην είμαι άπληστος στα χρήματα· αλλά μέτρο
να θέτω και σ' αυτά τις εύλογες ανάγκες του σώματος,
ώστε να απολαμβάνω την αυτάρκεια. 
  
ΜΗ ΚΕΝΕΗΣ ΔΟΞΗΣ ΑΙΜΥΛΟΙΟ ΓΕΝΟΙΜΗΝ
ΗΣΣΩΝ, ΚΕΙΝΟ ΑΡ' ΑΥΤΗΣ ΧΡΗΣΤΟΝ ΜΟΥΝΟΝ ΕΓΝΩΚΩΣ,
ΟΤΤΙ ΚΕΝ ΕΙΣ ΑΡΕΤΗΝ ΘΕΙΗΝ ΦΕΡΟΙ ΑΤΡΕΚΕΑ ΤΕ

Είθε να μη καμφθώ από παραπλανητικές κενές δοξασίες
αλλά από αυτές χρήσιμο εκείνο μόνο να θεωρώ,
οτιδήποτε οδηγεί στην θεϊκή και αληθινή αρετή. 


Με βάση το κείμενο όπως αυτό βρίσκεται στο βιβλίο 
Γεώργιος Γεμιστός-Πλήθων, Νόμων Συγγραφή
πρόλογος D.R.Reinsch, 
εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Δ.Κ.Χατζημιχαήλ, 
εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2005


Στη μετάφραση βοηθήθηκα από την απόδοση του Δ.Κ.Χατζημιχαήλ, έχω δε αποτολμήσει διασκευή του ίδιου του πρωτοτύπου στην αρχή της προσευχής Ες θεούς τους λογίους, όπου το ΑΓΕΤΕ ΔΗ του Γεμιστού έχει γίνει ΧΑΙΡΕΤΕ
   























Κυριακή 28 Μαρτίου 2010









ΤΩι ΚΑΛΛΙΝΙΚΩι



















ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΜΗΡΟ -8ος αιώνας π.Χ.




ΠΡΟΣ ΔΙΟΣ ΞΕΙΝΟΙ ΤΕ ΠΤΩΧΟΙ ΤΕ




                           
ΕΞΑΠΙΝΗΣ Δ' ΟΔΥΣΗΑ ΙΔΟΝ ΚΥΝΕΣ ΥΛΑΚΟΜΩΡΟΙ. 
ΟΙ ΜΕΝ ΚΕΚΛΗΓΟΝΤΕΣ ΕΠΕΔΡΑΜΟΝ· ΑΥΤΑΡ ΟΔΥΣΣΕΥΣ
ΕΖΕΤΟ ΚΕΔΡΟΣΥΝΗι, ΣΚΗΠΤΡΟΝ ΔΕ ΟΙ ΕΚΠΕΣΕ ΧΕΙΡΟΣ. 
ΕΝΘΑ ΚΕΝ Ωι ΠΑΡ ΣΤΑΘΜΩι ΑΕΙΚΕΛΙΟΝ ΠΑΘΕΝ ΑΛΓΟΣ·
ΑΛΛΑ ΣΥΒΩΤΗΣ ΩΚΑ ΠΟΣΙ ΚΡΑΙΠΝΟΙΣΙ ΜΕΤΑΣΠΩΝ
ΕΣΣΥΤ΄ΑΝΑ ΠΡΟΘΥΡΟΝ, ΣΚΥΤΟΣ ΔΕ ΟΙ ΕΚΠΕΣΕ ΧΕΙΡΟΣ. 
ΤΟΥΣ ΜΕΝ ΟΜΟΚΛΗΣΑΣ ΣΕΥΕΝ ΚΥΝΑΣ ΑΛΛΥΔΙΣ ΑΛΛΟΝ 
ΠΥΚΝΗιΣΙΝ ΛΙΘΑΔΕΣΣΙΝ· Ο ΔΕ ΠΡΟΣΕΕΙΠΕΝ ΑΝΑΚΤΑ·
«Ω ΓΕΡΟΝ, Η ΟΛΙΓΟΝ ΣΕ ΚΥΝΕΣ ΔΙΕΔΗΛΗΣΑΝΤΟ
ΕΞΑΠΙΝΗΣ, ΚΑΙ ΚΕΝ ΜΟΙ ΕΛΕΓΧΕΙΗΝ ΚΑΤΕΧΕΥΑΣ...» 

                                               ...ΧΑΙΡΕ Δ' ΟΔΥΣΣΕΥΣ
ΟΤΤΙ ΜΙΝ ΩΣ ΥΠΕΔΕΚΤΟ, ΕΠΟΣ Τ' ΕΦΑΤ' ΕΚ Τ ' ΟΝΟΜΑΖΕ·
«ΖΕΥΣ ΤΟΙ ΔΟΙΗ, ΞΕΙΝΕ, ΚΑΙ ΑΘΑΝΑΤΟΙ ΘΕΟΙ ΑΛΛΟΙ
ΟΤΤΙ ΜΑΛΙΣΤ' ΕΘΕΛΕΙΣ, ΟΤΙ ΜΕ ΠΡΟΦΡΩΝ ΥΠΕΔΕΞΟ.»
ΤΟΝ Δ' ΕΠΑΜΕΙΒΟΜΕΝΟΣ ΠΡΟΣΕΦΗΣ, ΕΥΜΑΙΕ ΣΥΒΩΤΑ·
«ΞΕΙΝ' , ΟΥ ΜΟΙ ΘΕΜΙΣ ΕΣΤ' ΟΥΔ' ΕΙ ΚΑΚΙΩΝ ΣΕΘΕΝ ΕΛΘΟΙ,
ΞΕΙΝΟΝ ΑΤΙΜΗΣΑΙ· ΠΡΟΣ ΓΑΡ ΔΙΟΣ ΕΙΣΙΝ ΑΠΑΝΤΕΣ
ΞΕΙΝΟΙ ΤΕ ΠΤΩΧΟΙ ΤΕ· ΔΟΣΙΣ Δ΄ ΟΛΙΓΗ ΤΕ ΦΙΛΗ ΤΕ
ΓΙΓΝΕΤΑΙ ΗΜΕΤΕΡΗ…»

Από το ξ της Οδύσσειας

Τα γαβγισιάρικα σκυλιά αξαφνικά θωρούνε
τον Οδυσσέα και μεμιάς απάνω του χιμούνε
γαβγίζοντας, μ΄αυτός κουτός δεν ήταν, μόνο δίνει, 
χάμαις καθίζει μονομιάς και το ραβδί τ΄αφήνει. 
Και θα την είχεν άσκημη, κι ας έκατσεν και κάτω 
και μες 'ς τσ' αγρούς του, το γιαμιάς αν έξω δεν πετάτο
τρεχάτος ο χοιροβοσκός, τα τσαγκαριά ν΄αφήσει
και με χαράκια και χουβές τους σκύλους να σκορπίσει·
μετά γυρνούν τα χείλη του στο ρήγα και μιλούνε:
«Ε γέρο, λίγον έλειψεν οι σκύλοι να σε πιούνε, 
που σου χιμήξαν ξαφνικά, το κρίμα σου να σέρνω...»
                                         
                                        …κι εχαιρόταν
ετσά που τον εδέχτηκε κι αυτά του λέει πάλι·
«Ο Δίας κι οι γι αθάνατοι θεοί, μακάρι, οι γι άλλοι,
να σου χαρίσουν, ξένε μου, ό,τι ποθεί η καρδιά σου.»
Κι Εύμαιε, συ χοιροβοσκέ, του λες με τη σειρά σου·
«Δεν τό 'χω, ξένε μου, πρεπό να μην τιμώ τον ξένο,
κι αν από σένα θα δεχτώ και πιο δυστυχισμένο,
τι είναι του Δία κι ο φτωχός κι ο ξένος που πλανάται·
κι εμάς το δώρο μας μικρό, μ΄ αγαπητό λογάται…»

Από την Ομήρου Οδύσσεια, μετάφραση Γεωργίου Ψυχουντάκη, πρόλογος Στυλιανού Αλεξίου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1996. 







ΕΙΣ ΞΕΝΟΥΣ



ΑΙΔΕΙΣΘΑΙ ΞΕΝΙΩΝ ΚΕΧΡΗΜΕΝΟΝ ΗΔΕ ΔΟΜΟΥ
ΟΙ ΑΣΤΥ ΤΥΡΒΗΕΝ ΕΥΡΥΠΕΔΟΝ ΝΑΙΕΤΕ 
ΠΑΛΛΑΔΟΣ ΑΘΗΝΑΙΗΣ  


Σεβαστείτε αυτόν που έχει ανάγκη φιλοξενίας και στέγης
εσείς που κατοικείτε την θορυβώδη πλατιά πόλη 
της Παλλάδας Αθηνάς    


Διασκευή -χωρίς μέτρο- των πρώτων στίχων του ομηρικού ύμνου Εις ξένους























Πέμπτη 25 Μαρτίου 2010

ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΑΛΕΡΙΟ ΦΛΑΚΚΟ -1ος αιώνας μ.Χ.







































ΑΘΛΟΙ ΘΕΩΝ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΩΝ


Οι Αργοναύτες ξεκινούν το ταξίδι τους, 
στον Όλυμπο οι θεοί συνεδριάζουν. 
Μιλά ο Δίας: 

TUNC OCULOS AEGΑEA REFERT AD CAERULA
ROBUR HERCULEUM LEDAEQUE TUENS GENUS
ATQUE ITA FATUR:
«TENDITE IN ASTRA, VIRI:
ME PRIMUM REGIA MUNDO IAPETI POST BELLA TRUCIS
PHLEGRAEQUE LABORES IMPOSUIT;
DURUM VOBIS ITER ET GRAVE CAELI INSTITUI.
SIC ECCE MEUS, SIC ORBE PERACTO LIBER
ET EXPERTUS REMEAVIT APOLLO

Τότε στρέφοντας το βλέμμα στα γαλανά νερά του Αιγαίου
παρατηρεί ο Δίας τον Ηρακλή και τους γιους της Λήδας
και έτσι μιλά: «Πορευθείτε, άνδρες, στ΄αστέρια·
η βασιλεία των θεών μου ανατέθηκε
μόνο μετά τον πόλεμο με τον άγριο Ιαπετό,
μόνο μετά τους άθλους μου στην Φλέγρα·
έχω ορίσει σκληρή και δύσκολη για σας
την άνοδο στον ουρανό.
Ιδού, αφού έτσι στην οικουμένη πλανήθηκε ο Διόνυσός μου,
αφού έτσι δοκίμασε τη ζωή στη γη ο Απόλλων,
στον Όλυμπο επανήλθαν.»

Από το Α' βιβλίο των Αργοναυτικών του Βαλέριου Φλάκκου.