Κυριακή 25 Αυγούστου 2013


Eἰς Ἀπόλλωνα Καθάρσιον





Επάκουσέ μου, Απόλλωνα των καθαρμών, 

βλαστέ της τρυφερής Λητώς, και έλα, 

εσύ που, αφού το Δελφικό σου φίδι σκότωσες,

στου Πηνειού τα νάματα εξάγνισες το σώμα.



Σε είπαν, σώμα, μνήμα της ψυχής, 

μέσ' από σένα όμως ζει η ακριβή εκείνη. 

Χωρίς εσένα απρόσωπη στον άνεμο θα σκορπιστεί,

στο φως του ήλιου, στους θεούς

στο άπειρο για πάντα.



Κάνε να σβήσουν, θεέ μου, να χαθούν 

βαθιά κάτω απ΄τη γη, μέσα στη θάλασσα

η θλίψη, ο φόβος, η οργή,

καθώς το καθαρό νερό τους ρύπους παρασύρει,

καθώς που λούζεται και αγαλλιά το σώμα.



Νύχτα 2ας προς 3η Ιουλίου 2013



«[...] Όταν τέλος έφτασαν στο δεντροφυτεμένο μονοπάτι γύρω από τους καταρράχτες Σάνκο, ο Χόντα ανακάλυψε για άλλη μια φορά ότι το πουκάμισό του είχε γίνει μούσκεμα.
"Μήπως η εντιμότητά σας θα ήθελε να δοκιμάσει τον εξαγνισμό του νερού; Είναι πολύ δροσιστικό."
"Μα θα ήταν σωστό να κάνει κανείς ένα τέτοιο λουτρό μόνο και μόνο για να δροσιστεί;"
"Και βέβαια κύριε. Όταν το νερό του καταρράχτη πέφτει με δύναμη πάνω σ'έναν άνθρωπο, του καθαρίζει τον νου. Γι'αυτό και αποτελεί θρησκευτική πράξη. Δεν χρειάζεται λοιπόν να προβληματίζεστε". [...]»  
Από τα «Αφηνιασμένα Άλογα» του Γιούκιο Μισίμα













Εἰς Ἀθηνάν Ἐργάνην


Επάκουσέ μας Αθηνά των τεχνιτών, κόρη του Δία - υφάντρα.

Τον άνεμό σου στέλνε, δέσποινα, τον δαίμονα εντός μας 

να πυρώνει,  

στην ποίησι χώρο να δίνουμε, θεά, στην πράξι 

και στα δικά σου έργα.  


7 Ιουλίου 2013


































Εἰς θεοὺς πολιεῖς





Ακούστε μας, Δία και Αθηνά των πόλεων προστάτες.

Δαμάστε την άγρια Τύχη, της Απληστίας το αχόρταγο στόμα, 


τις πολιτείες στηρίξτε που εκείνες τραντάζουν.




Στους λαούς νέα ήθη, νόμους νέους εμπνεύστε, 


ικανούς αναδείξτε ηγέτες και έντιμους. 

Ασφαλές δώστε όλοι ―σε τούτη τη θάλασσα, σε όλη τη γη― 


ταξίδι να έχουμε.

Τον πόνο κρατήστε μακριά, τον πόλεμο, τον άκαιρο θάνατο. 

 


«Τον Οδυσσέα σκέφτομαι, ουράνιε πατέρα,

που πάντα σε σεβότανε και πρόσφερε θυσίες.

Αυτόν λυπούμαι, κύριε, που μόνος του πλανιέται

στης θάλασσας τα κύματα και τους λαούς του κόσμου.»


Είπ’ η Αθηνά κι ο Δίας της απάντησε βαρυσυννεφιασμένος:


«Οι θυσίες ειν’ αγαπητές, ευχάριστες αλήθεια,

όταν μαζεύονται οι άνθρωποι και τους θεούς κερνούνε,

κι εμείς τους δίνουμε αντίδωρο τη λάμψη του Ολύμπου.

Μ’ απ’ τις θυσίες πιο αγαπητά της αρετής τα έργα,

αυτά με αγάλλουν, κόρη μου, και τέρπουν την ψυχή μου,

όπου αυτά εκεί κι εγώ, 

το δίκαιο, η δύναμη και της ζωής η χάρη.

Θυσία δίχως αρετή βαθιά υποκρισία.

»Τον Παλαμήδη θυμήσου, κόρη μου, το τέκνο του Ναυπλίου,

λαοφιλή, πανέξυπνο και μέγα εφευρέτη,

άδικα τον κατηγόρησαν, άθλια τον σκοτώσαν.

Κι ήταν για τον χαμό του αίτιος ο κύρης της Ιθάκης.

Κόρη μου, μη με ρωτάς λοιπόν, γιατί οργή του έχω,

αφού τα ιερά για μένα σήκωνε και πρόσφερέ μου σφάγια·

σφάγιο ακάθαρτο μου πρόσφερε στεφανωμένο φθόνο

ο Οδυσσέας με σκέψη μιαρή τον δίκαιο Παλαμήδη.»  



Τον Παλαμήδη τον δίκαιο φέρτε, θεοί, στο φως δυνατό, 


ο βασιλιάς της Ιθάκης ας μείνει επί τέλους στην άκρη. 


24 Αυγούστου 2013, 4 Μαϊου 2016



Πρβλ. την επίκληση στην Αθηνά από τους Δειπνοσοφιστές του Αθήναιου
και τον ύμνο στην Αθηνά από τις Θεσμοφοριάζουσες (στ. 1143-4) του Αριστοφάνη.
(Από τον τόμο Ανθολογία αρχαίων ελληνικών ύμνων των εκδ. Ζήτρος)